«Γιατί σήμερα πολλά νοικοκυριά δυσκολεύονται να θερμάνουν την κατοικία τους και πώς μπορεί αυτό να αντιμετωπισθεί»;
Αν και στις φτωχές και αναπτυσσόμενες χώρες η έλλειψη και η αδυναμία πρόσβασης στις αναγκαίες ποσότητες ενέργειας που είναι απαραίτητες για αξιοπρεπή διαβίωση πλήττει πολλές εκατοντάδες εκατομμυρίων συνανθρώπων μας, πρόσφατα η αδυναμία εξασφάλισης των απαραίτητων ποσοτήτων θερμικής και ηλεκτρικής ενέργειας στις κατοικίες έχει αρχίσει να επηρεάζει σημαντικό αριθμό νοικοκυριών και στις ανεπτυγμένες χώρες μεταξύ των οποίων και των χωρών της Ευρωπαϊκής Ενωσης.
Αν και στις φτωχές και αναπτυσσόμενες χώρες η έλλειψη και η αδυναμία πρόσβασης στις αναγκαίες ποσότητες ενέργειας που είναι απαραίτητες για αξιοπρεπή διαβίωση πλήττει πολλές εκατοντάδες εκατομμυρίων συνανθρώπων μας, πρόσφατα η αδυναμία εξασφάλισης των απαραίτητων ποσοτήτων θερμικής και ηλεκτρικής ενέργειας στις κατοικίες έχει αρχίσει να επηρεάζει σημαντικό αριθμό νοικοκυριών και στις ανεπτυγμένες χώρες μεταξύ των οποίων και των χωρών της Ευρωπαϊκής Ενωσης.
Σήμερα υπολογίζεται ότι 54 περίπου εκατομ. άτομα που αντιστοιχούν στο 11% του ευρωπαϊκού πληθυσμού πλήττονται από ενεργειακή φτώχεια. Ιδιαίτερα στην Ελλάδα όπου η πολυετής έντονη οικονομική κρίση έχει ωθήσει σημαντικό μέρος του πληθυσμού να ζει στα όρια ή κάτω από τα όρια της φτώχειας το φαινόμενο της ενεργειακής φτώχειας επηρεάζει όλο και περισσότερους συμπολίτες μας. Η έννοια της ενεργειακής φτώχειας αναφέρεται στην κατάσταση εκείνη όπου ένα νοικοκυριό δαπανά πάνω από 10% του διαθέσιμου εισοδήματός του για την επαρκή θέρμανση της κατοικίας του σύμφωνα με τις προδιαγραφές του παγκοσμίου οργανισμού υγείας. Στην περίπτωση αυτή περιορίζεται το διαθέσιμο εισόδημά του για την κάλυψη άλλων απαραίτητων αναγκών του. Ομως στον μάλλον ασαφή αυτό ορισμό της ενεργειακής φτώχειας πολλοί συμπεριλαμβάνουν εκτός από τη θέρμανση της κατοικίας και την εξασφάλιση της απαραίτητης ποσότητας ηλεκτρικής ενέργειας σε αυτήν καθώς και των καυσίμων που απαιτούνται για τη μετακίνηση των μελών του νοικοκυριού. Είναι γνωστό ότι τα τελευταία χρόνια πολλές πολυκατοικίες στην Ελλάδα δεν χρησιμοποιούν το υπάρχον σύστημα κεντρικής θέρμανσής τους τον χειμώνα λόγω αδυναμίας προμήθειας των απαραίτητων ποσοτήτων πετρελαίου ή φυσικού αερίου. Άλλοι επιλέγουν τη χρήση φθηνότερων καυσίμων όπως το ξύλο και τα προϊόντα του και εγκαθιστούν στο διαμέρισμά τους ατομικά συστήματα θέρμανσης όπως τζάκια ή σόμπες. Το φαινόμενο της ενεργειακής φτώχειας παρατηρείται σήμερα σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό σε όλες τις χώρες της Ε.Ε., αλλά με μεγαλύτερη ένταση στις χώρες της Ανατολικής και Νότιας Ευρώπης. Αν και σε σημαντικό βαθμό η ενεργειακή φτώχεια εμφανίζεται περισσότερο στους ευάλωτους καταναλωτές δεν περιορίζεται μόνο σε αυτούς. Τα αίτιά της οφείλονται στις αυξημένες τιμές της ενέργειας, στη συνεχιζόμενη οικονομική ύφεση ή στασιμότητα, αλλά και στην κακή ενεργειακή κατασκευή των κτηρίων.
Η αύξηση των τιμών της ενέργειας πολλές φορές πάνω από τα όρια του πληθωρισμού δυσκολεύει την αγορά της από πολλούς καταναλωτές. Σε χώρες όπως η Ελλάδα όπου οι τιμές της ενέργειας επιβαρύνονται με πολλούς φόρους, η περιοδική μείωση της τιμής της πρωτογενούς ενέργειας (όπως σήμερα όπου η τιμή του πετρελαίου βρίσκεται σε πολύ χαμηλά επίπεδα) δεν αντικατοπτρίζεται επακριβώς στις τελικές τιμές της και συνεπώς δεν ανακουφίζονται ανάλογα οι καταναλωτές.
Η οικονομική στασιμότητα και ύφεση σε πολλές χώρες της Ευρώπης, μεταξύ των οποίων και της δικιάς μας, μειώνει το διαθέσιμο εισόδημα των καταναλωτών και δυσκολεύει την αγορά των απαραίτητων ποσοτήτων ενέργειας. Ιδιαίτερα στην Ελλάδα όπου τα τελευταία 5-6 χρόνια η παρατηρούμενη μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος είναι της τάξης του 25-30% οι καταναλωτικές προτεραιότητες των πολιτών αλλάζουν δραματικά.
Η ελλιπής θερμική μόνωση των κτηρίων είναι μια ακόμη αιτία η οποία συμβάλλει στην ενεργειακή φτώχεια. Στην Ελλάδα ένα σημαντικό μέρος των υπαρχόντων κτηρίων έχει ανεγερθεί πριν από το 1980 οπότε και δεν υπήρχε η υποχρέωση θερμομόνωσή τους. Ένας μεγάλος επίσης αριθμός κτηρίων κατασκευάστηκε τη περίοδο που οι τιμές του πετρελαίου ήταν χαμηλές γύρω στα 10-20 δολ. το βαρέλι οπότε και δεν δινόταν η δέουσα προσοχή στη σωστή θερμομόνωσή τους. Στις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης την περίοδο του υπαρκτού σοσιαλισμού τα κτήρια που κατασκευάστηκαν τότε δεν διέθεταν επαρκή θερμομόνωση καθώς υπήρχε αρκετή ενέργεια διαθέσιμη σε χαμηλές τιμές. Καθώς όμως οι τιμές των καυσίμων αυξάνονται τα ελλιπώς θερμομονωμένα κτήρια απαιτούν για τη θέρμανσή τους μεγαλύτερη από τη κανονική ποσότητα ενέργειας, η οποία κοστίζει αρκετά περισσότερο σε σχέση με την εποχή της κατασκευής τους, επιβαρύνοντας δυσανάλογα τον οικογενειακό προϋπολογισμό και συμβάλλοντας αθροιστικά με τους προαναφερθέντες άλλους παράγοντες στην όξυνση του φαινομένου της ενεργειακής φτώχειας.
ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΣΤΟΥΣ ΟΠΟΙΟΥΣ ΟΦΕΙΛΕΤΑΙ Η ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗ ΦΤΩΧΕΙΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
1. Η αύξηση της τιμής των καυσίμων και της ηλεκτρικής ενέργειας
2. Η πολυετής έντονη οικονομική κρίση που βιώνει η χώρα μας
3. Η ελλιπής θερμομόνωση των περισσοτέρων κτηρίων της χώρας η οποία απαιτεί δυσανάλογα μεγάλα ποσά ενέργειας για τη θέρμανση τους
Λαμβάνοντας υπόψη ότι κατά το έτος 2013 το 57% των συμπολιτών μας δήλωσαν ετήσιο εισόδημα κάτω των 12.000 € (και η εικόνα αυτή δεν φαίνεται να αλλάζει το 2014) και η τιμή του πετρελαίου θέρμανσης κυμαίνεται γύρω στο 1 € ανά λίτρο γίνεται κατανοητό ότι πολλά νοικοκυριά καλούνται να δαπανήσουν άνω του 10% του διαθέσιμου εισοδήματός τους για τη θέρμανση της κατοικίας τους εφόσον επιλέξουν σαν καύσιμο το πετρέλαιο (Μια μέση κατοικία στην Κρήτη χρειάζεται κατά μέσο όρο περίπου 800 λίτρα πετρελαίου το έτος για την επαρκή θέρμανσή της. ενώ στη βόρειο Ελλάδα όπου οι κλιματολογικές συνθήκες είναι πιο δυσμενείς αρκετά περισσότερο) θεωρούνται δηλαδή ενεργειακά φτωχά. Το φαινόμενο της ενεργειακής φτώχειας δεν είναι εύκολο να αντιμετωπισθεί και απαιτεί τη λήψη μέτρων σε διάφορα επίπεδα που περιλαμβάνουν:
1. Οικονομικές ενισχύσεις για τη βραχυπρόθεσμη ανακούφιση των ευάλωτων καταναλωτών μέσω της κοινωνικής πρόνοιας.
2. Επιπλέον προστασία των ευάλωτων καταναλωτών κατά τις συναλλαγές τους με τις εταιρίες παροχής ενέργειας και ενεργειακών προϊόντων όπως διευκόλυνση αποπληρωμής των τιμολογίων που σχετίζονται με την ενέργεια κ.λπ.
3. Βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης των κτηρίων μέσω της ενεργειακής αναβάθμισής τους, ιδιαίτερα για ενεργειακά φτωχά νοικοκυριά. Αυτό μπορεί να πραγματοποιηθεί μέσω χρηματικών ενισχύσεων για την ενεργειακή ανακατασκευή των κτηρίων και χορήγηση διαφόρων κινήτρων για τον σκοπό αυτό.
4. Ευαισθητοποίηση και ενημέρωση των καταναλωτών σχετικά με την ενεργειακή φτώχεια και τους τρόπους αντιμετώπισης της όπως τοποθέτηση έξυπνων μετρητών στα σπίτια, αλλά και μεγαλύτερη διαφάνεια στη τιμολόγηση της ενέργειας. Θα μπορούσαν επίσης να προσφερθούν δωρεάν ενεργειακές επιθεωρήσεις σε κατοικίες ενεργειακά φτωχών καταναλωτών.
5. Ορισμός με περισσότερη σαφήνεια του όρου ενεργειακή φτώχεια και καταγραφή των επιτυχημένων μέτρων αντιμετώπισής της σε διάφορες χώρες της Ε.Ε.
6. Διευκόλυνση της στροφής των καταναλωτών σε φθηνότερα καύσιμα.
*Ο κ. Γιάννης Βουρδουμπάς διδάσκει ενεργειακή και περιβαλλοντική τεχνολογία στο ΤΕΙ Κρήτης και είναι επιστημονικός συνεργάτης του ΜΑΙΧ.
(Χανιώτικα Νέα)