«Η ανάδειξη υποθαλάσσιων κοιτασμάτων υδρογονανθράκων νότια της Κρήτης απαιτεί νέα στρατηγική».
Από το 2012, οι υπογράφοντες είχαμε εισηγηθεί στο ανώτερο δυνατό πολιτικό επίπεδο, το ελληνικό δημόσιο να προκηρύξει σε διαγωνισμό ένα μεγάλο αριθμό θαλάσσιων οικοπέδων στο Ιόνιο Πέλαγος και Νότια της Κρήτης. Στόχος μας ήταν πάντα – εν μέσω οικονομικής κρίσης – η δημιουργία ορυκτού πλούτου για την ανακούφιση της οικονομίας και της ανεργίας των νέων γενεών. Και είχαμε παράλληλα τονίσει την ανάγκη ύπαρξης συγκεκριμένης εθνικής υψηλής στρατηγικής για την αντιμετώπιση του παρά πάνω θεμελιακού θέματος για την πατρίδα μας.
των Ηλία Κονοφάγου, Νίκου Λυγερού
Από το 2012, οι υπογράφοντες είχαμε εισηγηθεί στο ανώτερο δυνατό πολιτικό επίπεδο, το ελληνικό δημόσιο να προκηρύξει σε διαγωνισμό ένα μεγάλο αριθμό θαλάσσιων οικοπέδων στο Ιόνιο Πέλαγος και Νότια της Κρήτης. Στόχος μας ήταν πάντα – εν μέσω οικονομικής κρίσης – η δημιουργία ορυκτού πλούτου για την ανακούφιση της οικονομίας και της ανεργίας των νέων γενεών. Και είχαμε παράλληλα τονίσει την ανάγκη ύπαρξης συγκεκριμένης εθνικής υψηλής στρατηγικής για την αντιμετώπιση του παρά πάνω θεμελιακού θέματος για την πατρίδα μας.
Τρία χρόνια μετά διαπιστώνουμε ότι η προσπάθεια που έγινε δεν απέδωσε τους καρπούς που περιμέναμε, αφού στο αρμόδιο υπουργείο υποβλήθηκαν 3 (τρεις) μόνο προσφορές σε ένα σύνολο 20 (είκοσι) θαλάσσιων οικοπέδων. Αρκεί να υπενθυμίσουμε ότι η Κύπρος το 2012 είχε 15 προσφορές από κοινοπραξίες σε ένα σύνολο 12 (δώδεκα) θαλάσσιων οικοπέδων. Το σημαντικότερο στην υπόθεση αυτή είναι ότι Νότια της Κρήτης (που επιστημονικά και τεχνικά, θεωρείται μέρος της γεωλογικής ενότητας του Νότιου Ιονίου, βλ. Εικ.1) δεν υποβλήθηκε καμία προσφορά και αυτό παρ’ ότι η περιοχή αυτή θα μπορούσε να περιλαμβάνει δεκαπλάσια αποθέματα υδρογονανθράκων από τα αντίστοιχα αναμενόμενα αποθέματα του μέσου και του βόρειου Ιονίου μαζί.
Κατά τη γνώμη μας τα αποτελέσματα του ελληνικού γύρου παραχωρήσεων οφείλεται ναι μεν στη δύσκολη οικονομική και πολιτική κατάσταση που δεν παράγει ασφάλεια σε όσους θέλουν να επενδύσουν στην Ελλάδα, αλλά βέβαια και στην έλλειψη συγκεκριμένης επαγγελματικής στρατηγικής η οποία πρέπει να διορθωθεί απαραιτήτως για τους επόμενους γύρους αδειοδότησης για να πετύχουμε τελικά αποτελεσματικά και ανθεκτικά αποτελέσματα. Επί του θέματος αυτού θα θέλαμε να διευκρινίσουμε τα παρακάτω δεδομένα:
• Λόγω της τεράστιας θαλάσσιας έκτασης που παραχωρήθηκε πρόσφατα από το ελληνικό δημόσιο για σεισμική έρευνα, είχαμε στο πρόσφατο παρελθόν εισηγηθεί ο Διαγωνισμός των Σεισμικών Ερευνών στο Ιόνιο Πέλαγος και Νότια της Κρήτης (έκταση 220.000 km2) να κατακυρωθεί –από στρατηγική άποψη- σε δύο ξεχωριστούς αναδόχους (από τις 8 προσφορές που υπήρξαν) και όχι μόνο σε έναν και μοναδικό ανάδοχο (PGS). Η PGS λόγω του υψηλού κόστους των εργασιών που ανέλαβε σε μία τόσο μεγάλη έκταση προσέφερε ένα πολύ πλούσιο πρόγραμμα στο Ιόνιο και ένα εξαιρετικά φτωχό πρόγραμμα για τη Νότια Κρήτη. Είναι φανερό ότι η ύπαρξη δύο αναδόχων, έναν για το Βόρειο Ιόνιο και έναν για την Νότια Κρήτη θα επέτρεπε να είχαμε σήμερα, όπως έγινε στην Κύπρο, τον ίδιο πλούτο ερευνητικών στοιχείων και για τις δύο παραπάνω ερευνητικές περιοχές. Η ύπαρξη περισσότερων ερευνητικών δεδομένων Νότια της Κρήτης θα επέτρεπε ένα καλύτερο προσδιορισμό του ερευνητικού – ανά οικόπεδο – επενδυτικού κινδύνου, ώστε οι ανάδοχοι να μπορέσουν να υποβάλλουν με μεγαλύτερη επενδυτική ασφάλεια προσφορές.
• Για να υπάρξει μεγαλύτερη προσέλευση επενδυτών στη χώρα μας είχαμε επίσης εισηγηθεί στο παρελθόν η γεωμετρία και η έκταση των οικοπέδων να μην παρουσιάζει κάποια ομοιομορφία αλλά να εξαρτάται – όπως γίνεται παντού στον κόσμο – από το θαλάσσιο βάθος και το μέγεθος των διαθέσιμων επιστημονικών ανά οικόπεδο δεδομένων. Είναι φανερό ότι το μέγεθος της έκτασης των οικοπέδων Νότια της Κρήτης θα έπρεπε να είναι πολύ μεγαλύτερο από τo αντίστοιχο μέγεθος των οικοπέδων του Βορείου Ιονίου λόγω της έλλειψης σεισμικών δεδομένων σε σχέση με το Ιόνιο.
• Επειδή τα περισσότερα οικόπεδα Νότια της Κρήτης βρίσκονται σε διεθνή ύδατα και αυτό παρουσία βάσεων στο Τομπρούκ απέναντι στην Κρήτη, η προκήρυξη του διαγωνισμού θα έπρεπε να υποδηλώνει με έξυπνο τρόπο την μέριμνα του κράτους για την ασφάλεια του πανάκριβου εξοπλισμού υποθαλάσσιων ερευνητικών εργασιών των επενδυτών από τυχόν τρομοκρατικές ενέργειες, δολιοφθορές ή ενέργειες πειρατείας. Να σημειώσουμε την απουσία εκπροσώπων του Λιμενικού Σώματος και των Ενόπλων δυνάμεων από τις επιτροπές κατάρτισης των προκηρύξεων & παραλαβής των προσφορών από τους αναδόχους.
• Τέλος να τονίσουμε σε κάθε κατεύθυνση ότι προσπαθούμε να περάσουμε το μήνυμα στην πολιτεία ότι θα μπορούσε να προσελκύσει επενδυτές όχι μόνο για την εξόρυξη υδρογοναθράκων, αλλά και για την δημιουργία νέων τεχνολογιών για λογαριασμό του δημοσίου, οι οποίες θα μπορούσαν να παραμείνουν προς όφελος των παιδιών μας και της πατρίδας μας. Αυτή η πρόταση απαιτεί επίσης φορολογικά κίνητρα (π.χ. μηδενική φορολογία για μία 5ετια) και αφορά τόσο συμβατικούς υδρογονανθρακες σε πολύ βαθιά ύδατα όσο και μη συμβατικούς υδρογονάθρακες (υδρίτες μεθανίου). Να αναφέρουμε επίσης ότι η Ελλάδα διαθέτει τα μεγαλύτερα υποθαλάσσια αποθέματα υδριτών μεθανίου στην ευρωπαϊκή Μεσόγειο.
Καταλήγοντας να υπενθυμίσουμε ότι η πρότασή μας για δημιουργία στρατηγικής ανάδειξης των υποθαλάσσιων κοιτασμάτων στην ΑΟΖ της πατρίδας μας (και όχι μόνον ανάδειξης εισαγωγών υδρογονανθράκων) είναι η μοναδική σήμερα αξιόπιστη αναπτυξιακή πρόταση δημιουργίας ντόπιου ορυκτού πλούτου προς ανακούφιση της οικονομίας της πατρίδας και βέβαια δημιουργίας μεγάλου αριθμού θέσεων εργασίας.
ΠΗΓΗ: Energy Press