Skip to main content
| Notaka

“Τα Καύσιμα που Καίνε τα Δημόσια Εσοδα”.

Δ​​εν μπορώ να θυμηθώ πόσα χρόνια συζητείται το θέμα του λαθρεμπορίου στα καύσιμα. Πάντως, είναι αρκετές δεκαετίες και πραγματικά είναι απορίας άξιο γιατί δεν δίνεται λύση σε ένα πρόβλημα που όλοι γνωρίζουμε ότι υπάρχει και το οποίο στερεί από το κράτος πολλές εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ κάθε χρόνο.

Του Ανδρέα Δρυμιώτη, 

Δ​​εν μπορώ να θυμηθώ πόσα χρόνια συζητείται το θέμα του λαθρεμπορίου στα καύσιμα. Πάντως, είναι αρκετές δεκαετίες και πραγματικά είναι απορίας άξιο γιατί δεν δίνεται λύση σε ένα πρόβλημα που όλοι γνωρίζουμε ότι υπάρχει και το οποίο στερεί από το κράτος πολλές εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ κάθε χρόνο.

Oλες οι κυβερνήσεις προσπάθησαν ή διακήρυτταν ότι προσπαθούν να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα, αλλά χωρίς ουσιαστική επιτυχία. Σύμφωνα με τον κ. Γιάννη Αλιγιζάκη, πρόεδρο του Συνδέσμου Εταιρειών Εμπορίας Πετρελαιοειδών (ΣΕΕΠΕ), οι απώλειες του κράτους από το λαθρεμπόριο καύσιμων εκτιμάται ότι κυμαίνονται μεταξύ εκατόν πενήντα και τρακόσια εκατομμύρια ευρώ κάθε χρόνο. Δηλαδή, στα εφτά χρόνια της κρίσης πιθανότατα το κράτος, αλλά και εμείς οι φορολογούμενοι, χάσαμε περίπου 1 – 2 δισεκατομμύρια ευρώ! 

Αλλες «συντηρητικές» εκτιμήσεις ανεβάζουν την ετήσια απώλεια στα πεντακόσια εκατομμύρια ευρώ. 

Η Πανελλήνια Ομοσπονδία Πρατηριούχων Εμπόρων Καυσίμων (ΠΟΠΕΚ) εκτιμά ότι τα τελευταία 20 χρόνια έχουν χαθεί από τα δημόσια ταμεία 25 δισεκατομμύρια ευρώ από την λαθραία διακίνηση καυσίμων. Οπως μπορείτε να διαπιστώσετε, υπάρχουν πολύ μεγάλες αποκλίσεις στις εκτιμήσεις. Πάντως οποιαδήποτε εκτίμηση υιοθετηθεί, εξακολουθούμε να μιλάμε για πολύ μεγάλα ποσά που χάνονται κάθε χρόνο. Θα υπέθετε κάποιος ότι το σταμάτημα αυτής της αιμορραγίας θα ήταν πρώτη προτεραιότητα για όλες τις κυβερνήσεις. Αλλά, δυστυχώς, το θέμα «σέρνεται» από χρόνο σε χρόνο με αποσπασματικές ενέργειες και ανακοινώσεις για το μέλλον.

Αξίζει να σημειωθεί ότι ο κ. Δημήτρης Μάρδας (Αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών Ιαν. – Σεπ. 2015) συνέταξε μια μελέτη για λογαριασμό της ΓΣΕΕΒΕ και την συνεργασία της ΠΟΠΕΚ με θέμα «Νοθεία και Λαθρεμπόριο Καυσίμων: Μέτρα Πολιτικής». Η δεύτερη έκδοση της μελέτης ολοκληρώθηκε τον Δεκέμβριο του 2014, μερικές μόνο εβδομάδες πριν υπουργοποιηθεί ο κ. Μάρδας. Η μελέτη είναι εμπεριστατωμένη και λεπτομερής. Περιλαμβάνει πρακτικές προτάσεις από την ΠΟΠΕΚ και τον ΣΕΕΠΕ, οι οποίες είναι σχεδόν ταυτόσημες, πράγμα το οποίο καταδεικνύει ότι οι εμπλεκόμενοι στην μεγάλη πλειοψηφία τους επιδιώκουν να ομαλοποιηθεί η κατάσταση, διότι απλούστατα από το λαθρεμπόριο και τη νοθεία ωφελούνται ελάχιστοι εις βάρος των πολλών που λειτουργούν «με τον σταυρό στο χέρι». Μακάρι, να είχε υλοποιήσει την μελέτη του κατά την διάρκεια της υπουργίας του!

Το θέμα είναι πολύ μεγάλο και πολύπλοκο. Δεν έχω καμία πρόθεση να το αναλύσω. Θα αναφερθώ μόνο σε μια πτυχή του προβλήματος που αποδεικνύει για άλλη μια φορά την προχειρότητα με την οποία αντιμετωπίζουμε τα μεγάλα θέματα στη χώρα μας. Οπως λένε οι Αγγλοσάξoνες: «If you fail to plan, you are planning to fail».

Είμαι βέβαιος ότι όλοι θα έχετε ακούσει ή διαβάσει για τα περίφημα συστήματα εισροών και εκροών που βάσει νόμων (πολλών νόμων) θα έπρεπε να εγκατασταθούν στα πρατήρια καυσίμων και αλλού. Αφεθήκαμε να πιστεύουμε ότι η εγκατάσταση των συστημάτων εισροών / εκροών θα έλυνε το πρόβλημα. Ηδη το 98% των πρατηρίων έχουν εφοδιαστεί με τέτοια συστήματα. Αλλά δυστυχώς, τα πράγματα είναι πολυπλοκότερα. Η εγκατάσταση των συστημάτων είναι μεν αναγκαία συνθήκη αλλά δεν είναι ικανή για την επίλυση του προβλήματος. Τα υγρά καύσιμα διακινούνται και εμπορεύονται βάσει του όγκου (λίτρα). Οπως όλοι θυμόμαστε από την φυσική, ο όγκος μεταβάλλεται με την θερμοκρασία. Υψηλή θερμοκρασία μεγαλύτερος όγκος και αντίστροφα. Μάλιστα στα υγρά η συστολή και η διαστολή είναι πολύ μεγαλύτερες από τα στερεά. Ετσι ένα πρατήριο μπορεί να παραλάβει 20.000 λίτρα και να «πουλήσει» περισσότερα ή λιγότερα χωρίς ούτε να κλέβει, ούτε να έχει απώλειες, ανάλογα με τη θερμοκρασία παραλαβής και τη θερμοκρασία παράδοσης. Ακριβώς για τον λόγο αυτό τα δεδομένα που συγκεντρώνονται από τα συστήματα εισροών / εκροών απαιτούν σημαντική επεξεργασία για να είναι αξιοποιήσιμα. Εδώ ακριβώς βρίσκεται η δυσκολία του εγχειρήματος.

Λίγη αριθμητική και θα διαπιστώστε το μέγεθος του προβλήματος. Μέσα σε ένα χρόνο τα καύσιμα που διαθέτουν τα πρατήρια είναι περίπου 4,5 εκατομμύρια τόνοι. Αν υποθέσουμε ότι σε κάθε γέμισμα τα οχήματα βάζουν 30 λίτρα καύσιμο, ποσότητα που είναι πολύ υψηλή για τον μέσο όρο, έχουμε ότι μέσα σε ένα χρόνο γίνονται περίπου 150 εκατομμύρια εκροές σε όλη την Ελλάδα, δηλαδή δημιουργούνται περίπου 411.000 εγγραφές κάθε μέρα από όλα τα συστήματα εισροών / εκροών! Κάθε μία εγγραφή αποτελείται από πολλά στοιχεία: ταυτότητα πρατηρίου, αντλία, είδος καυσίμου, ημέρα και ώρα και άλλα. Δηλαδή, έχουμε εκατομμύρια δεδομένα καθημερινά. Αυτά είναι ο κατ’ εξοχήν ορισμός των Big Data, τα οποία μόνο με πληροφορική μπορούν να αξιοποιηθούν. Η αναζήτηση των αποκλίσεων και η προσπάθεια συσχετισμού των εισροών και των εκροών ενός πρατηρίου μοιάζουν με την παροιμιώδη αναζήτηση «του ψύλλου στα άχυρα».

Στο σημείο αυτό υπεισέρχεται μια μοναδική Ελληνική παθογένεια. Αντί να αναζητήσουμε και να υιοθετήσουμε το πώς αντιμετωπίζεται το πολύπλοκο αυτό θέμα στο εξωτερικό, αποφασίσαμε, όπως συνηθίζουμε, να το επιλύσουμε μόνοι μας. Βλέπετε έχουμε εθνική αλλεργία στην αντιγραφή επιτυχημένων δράσεων από άλλες χώρες, διότι πρέπει συνεχώς να αποδεικνύουμε ότι είμαστε ο εξυπνότερος λαός του κόσμου και μπορούμε να τα κάνουμε όλα καλύτερα από όλους τους άλλους που έτρωγαν βελανίδια όταν εμείς χτίζαμε Παρθενώνες.

Δεν προτίθεμαι να σας κουράσω με τεχνικές λεπτομέρειες. Με πολύ απλά λόγια θα σας περιγράψω πώς έχουν λύσει το πρόβλημα σε άλλες χώρες. Εκεί λοιπόν, που δεν θέλουν να τα «κάνουν όλα μόνοι τους», υπάρχουν εξειδικευμένες εταιρείες που παρέχουν υπηρεσίες στην διαχείριση καυσίμων (Wetstock Management Services). Αυτές υποδέχονται τις ακατέργαστες πληροφορίες (raw data) από τα συστήματα εισροών / εκροών και με εξειδικευμένο λογισμικό που έχουν αναπτύξει αναλύουν τις πληροφορίες και εντοπίζουν τις πιθανές περιπτώσεις αποκλίσεων. Στην συνέχεια εξειδικευμένοι αναλυτές επικεντρώνονται μόνο στις πιθανές περιπτώσεις και αν διαπιστώσουν ουσιαστικές αποκλίσεις ενημερώνουν τον «πελάτη» τους για τυχόν προβλήματα και επιτόπιο έλεγχο. Ετσι οι έλεγχοι γίνονται στοχευμένα στα πρατήρια που βγαίνουν από το «κόσκινο», γι’ αυτό και είναι πολύ αποτελεσματικοί. Με τον τρόπο αυτό εντοπίζονται οι αποκλίσεις, οι κλοπές στις αντλίες και τυχόν διαρροές στις δεξαμενές. Η αμοιβή τους είναι ανά αντλία που παρακολουθούν (monitor). Το μεγάλο όφελος από την υπηρεσία αυτή είναι ότι πληρώνεις για την συσσωρευμένη εμπειρία της εταιρείας, του λογισμικού και των ειδικών. Αξίζει να σημειωθεί ότι τέτοιες υπηρεσίες παρέχονται πέρα από τα σύνορα μιας χώρας. Για παράδειγμα, εταιρεία που εδρεύει στην Αγγλία παρέχει τις υπηρεσίες της στην Αυστραλία και σε άλλες χώρες. Αλλά φυσικά εμάς δεν μας κάνουν!

Και μερικά στοιχεία για να διαπιστώσετε πόσο αποτελεσματικοί είμαστε. Το 2014 έγιναν 27.365 έλεγχοι και απέδωσαν 18 εκατομμύρια ευρώ. Δηλαδή το κράτος εισέπραξε 658 ευρώ ανά έλεγχο!!! Μάλλον πρέπει να μας στοίχισαν περισσότερο από ό,τι εισπράξαμε. Στο πρώτο εξάμηνο του 2016 πραγματοποιήθηκαν 1.702 έλεγχοι και εισπράξαμε το αμύθητο ποσό των 1,97 εκατομμυρίων ευρώ σε πρόστιμα, δηλαδή 1.157 ευρώ ανά έλεγχο! Μπράβο μας. Αυτά γίνονται φυσικά όταν οι έλεγχοι γίνονται τυχαία και όχι στοχευμένα. Οταν πυροβολείς στην τύχη, σπάνια βρίσκεις τον στόχο.

Και φυσικά ακούγεται η μόνιμη επωδός: Στελέχη του υπουργείου Οικονομικών κάνουν λόγο για υποστελέχωση της υπηρεσίας, με αποτέλεσμα όχι μόνο να μην επαρκεί το προσωπικό για περισσότερους ελέγχους, αλλά σημειώνουν ότι τα στοιχεία εισροών-εκροών που αποστέλλονται από τα πρατήρια ηλεκτρονικά δεν ελέγχονται, με αποτέλεσμα ένα σύστημα που κόστισε δεκάδες εκατ. ευρώ στο ελληνικό Δημόσιο δεν λειτουργεί.

Και όμως, δεν χρειάζονται περισσότεροι έλεγχοι αλλά λιγότεροι και στοχευμένοι. Πρόσφατη μελέτη του ΕΜΠ διαπίστωσε ότι 1 στα 10 πρατήρια κλέβουν. Υπάρχουν σήμερα περίπου 3.500 πρατήρια στην Ελλάδα και το 10% είναι μόλις 350 πρατήρια. Δηλαδή αν μετά το κοσκίνισμα καταλήγαμε να ελέγξουμε μόνο τα πιθανά πρατήρια που κλέβουν, θα χρειαζόμαστε μόνο 350 ελέγχους.

Οπως έχω ξαναγράψει πολλές φορές, λύσεις υπάρχουν για όλα τα θέματα γιατί άλλοι τα αντιμετώπισαν πριν από εμάς. Εχω πεισθεί ότι δεν τις θέλουμε.

* Ο κ. Ανδρέας Δρυμιώτης είναι σύμβουλος επιχειρήσεων.

(Πηγή: Καθημερινή)

ΔΗΜΟΦΙΛΗ

Spyrides ad-blue containers

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

error: Content is protected !!