Skip to main content
| Notaka

«Ευθυγραμμίζοντας τα τρία σενάρια της παγκόσμιας ανάπτυξης».

Υπάρχουν τρεις θεωρίες που συναγωνίζονται η μία την άλλη για την παγκόσμια ανάπτυξη και κάθε μία από αυτές έχει πολύ διαφορετικές συνέπειες για τις αγορές, τις πολιτικές και την πολιτική εν γένει. Παρότι αυτά τα σενάρια μπορεί να φαίνονται αλληλοαποκλειόμενα βραχυπρόθεσμα, θα μπορούσαν να ευθυγραμμιστούν διαχρονικά. Επιπλέον, ο συνδυασμός των τριών θα μπορούσε να παράσχει έναν οδικό χάρτη για το τι λογικά έπεται.

 

Του Mohamed A. El-Erian
 
Υπάρχουν τρεις θεωρίες που συναγωνίζονται η μία την άλλη για την παγκόσμια ανάπτυξη και κάθε μία από αυτές έχει πολύ διαφορετικές συνέπειες για τις αγορές, τις πολιτικές και την πολιτική εν γένει. Παρότι αυτά τα σενάρια μπορεί να φαίνονται αλληλοαποκλειόμενα βραχυπρόθεσμα, θα μπορούσαν να ευθυγραμμιστούν διαχρονικά. Επιπλέον, ο συνδυασμός των τριών θα μπορούσε να παράσχει έναν οδικό χάρτη για το τι λογικά έπεται.
 
Σύμφωνα με το πρώτο αφήγημα, ένας αυξανόμενος αριθμός οικονομολόγων που αντιστέκεται στα ολοένα και πιο συναρπαστικά στοιχεία, τάσσεται υπέρ της θεωρίας για μία ακόμη μεγαλύτερη περίοδο χαμηλής ανάπτυξης, ή υπέρ αυτού που ονομάζεται “η νέα κανονικότητα”, ή “νέα μετριοπάθεια” ή “κοσμική στασιμότητα”. Καθοδηγούμενη από τις ανεπτυγμένες οικονομίες οι οποίες διαρκώς αποτυγχάνουν να αγγίξουν την ταχύτητα διαφυγής, η παγκόσμια ανάπτυξη παραμένει σε χαμηλά επίπεδα, γεγονός που ασκεί καθοδικές πιέσεις στις μελλοντικές προοπτικές. Στο μεταξύ, οι δραστήριες κεντρικές τράπεζες με τη χρήση μίας διευρυμένης λίστας μη συμβατικών πολιτικών συνεχίζουν να καταστέλλουν με επιτυχία τη χρηματοπιστωτική μεταβλητότητα. Το αποτέλεσμα είναι μία ισορροπία σε χαμηλό επίπεδο η οποία είναι σταθερή και επίμονη, αν και απογοητευτική.
 
Η δεύτερη άποψη περιλαμβάνει ερωτήματα για τη συνεχιζόμενη αποτελεσματικότητα των κεντρικών τραπεζών. Σημειώνοντας ότι η παρατεταμένη και υπερβολική εξάρτηση από τη μη συμβατική νομισματική πολιτική έχει ήδη δανειστεί σημαντική παραγωγή και χρηματοπιστωτικές αποδόσεις από το μέλλον, η αφήγηση αυτή εγείρει αμφιβολίες για τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα της χαμηλής αλλά σταθερής ανάπτυξης. Σύμφωνα με αυτό το σενάριο, η ανάπτυξη γίνεται ολοένα και πιο χαμηλή και ακόμη λιγότερο σταθερή και η χρηματοπιστωτική αστάθεια πιο έντονη.
 
Το τελικό αποτέλεσμα – είτε παρατεταμένης υψηλής ανάπτυξης είτε χαμηλής ανάπτυξης με περιοδικές υφέσεις – εξαρτάται από το εάν οι κεντρικές τράπεζες είναι σε θέση να παραδώσουν το βάρος στήριξης της οικονομίας σε μια πιο ολοκληρωμένη δέσμη πολιτικών από τον εκτελεστικό και νομοθετικό βραχίονα της κυβέρνησης.
 
Η τρίτη άποψη απορρέει από τη δράση των χρηματοπιστωτικών αγορών. Θα υπάρχουν στιγμές μεγάλης ανησυχίας για την ανάπτυξη, όπως τον περασμένο Ιανουάριο και Φεβρουάριο και θα υπάρχουν στιγμές σχετικής ηρεμίας ακόμη και εφησυχασμού, όπως τον Απρίλιο. Οι διακυμάνσεις, που θα οδηγήσουν σε αστοχίες τις χρηματοπιστωτικές αγορές, θα καθοδηγούνται κυρίως από την αλλαγή του κλίματος αναφορικά με την ικανότητα της Κίνας να προσγειώσει ήπια την οικονομία της και τις αποδείξεις ότι οι ΗΠΑ συνεχίζουν να αναρρώνουν. Χωρίς μία έγκαιρη και πιο ολιστική πολιτική απάντηση, αυτές οι διακυμάνσεις κατά πάσα πιθανότητα θα γίνουν πιο συχνές και πιο έντονες, αυξάνοντας τη χρηματοπιστωτική αστάθεια και τις ανεπιθύμητες αλληλεπιδράσεις και μαζί με αυτά, τους κινδύνους ατυχημάτων στις αγορές αλλά και πολιτικών λαθών.
 
Με μια πρώτη ματιά, αυτά τα τρία αφηγήματα εμφανίζονται αντικρουόμενα, ιδίως μάλιστα το πρώτο και το δεύτερο. Δεν χρειάζεται όμως να ισχύσει αυτό, εάν αναπτυχθούν διαδοχικά και όχι ταυτόχρονα.
 
Σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα, η ισορροπία σε χαμηλή ανάπτυξη κατά πάσα πιθανότητα θα διατηρηθεί και οι κεντρικές τράπεζες θα εξακολουθούν να έχουν την ικανότητα να καταστείλουν την χρηματοπιστωτική μεταβλητότητα.

Αλλά όπως περιγράφω αναλυτικά στο τελευταίο βιβλίο μου “The Only Game in Town: Central Banks, Instability and Avoiding the Next Collapse,” αυτή η κατάσταση βρίσκεται υπό αυξανόμενη πίεση και αυτό θα οξυνθεί την προσεχή περίοδο.
 
Οι πιο ορατές προκλήσεις βραχυπρόθεσμα περιλαμβάνουν τις επιπτώσεις της χαμηλής ανάπτυξης στην πολιτική και τη διακυβέρνηση, συμπεριλαμβανομένης της ανόδου των κομμάτων που στρέφονται εναντίον του κατεστημένου και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού και ολοένα και περισσότερο στις αναδυόμενες οικονομίες, καθώς επίσης και τις δυσμενείς ακούσιες συνέπειες και τις παράπλευρες ζημίες των αρνητικών επιτοκίων.
 
Λιγότερο εμφανής, αλλά τουλάχιστον εξίσου καθοριστική για τη διάβρωση της οικονομικής και χρηματοπιστωτικής σταθερότητας, είναι η βαθύτερη επίδραση της παρατεταμένα χαμηλής και ελλιπούς ανάπτυξης. Εξελίξεις όπως η ανησυχητικά υψηλή ανεργία των νέων σε πολλά μέρη της Ευρώπης και οι γενικευμένες και μεγάλες αυξήσεις στο τρίπτυχο της ανισότητας (εισόδημα, πλούτος και ευκαιρίες), επιτείνουν την ήδη αξιοσημείωτη απώλεια εμπιστοσύνης τόσο στο κρατικό όσο και στο ιδιωτικό “κατεστημένο”.
 
Σε συνδυασμό με την μετάλλαξη και την “μετανάστευση” των χρηματοπιστωτικών κινδύνων, συμπεριλαμβανομένης της υπερβάλλουσας εμπιστοσύνης των επενδυτών στο βάθος της ρευστότητας της αγοράς, αυτές οι συνθήκες καθιστούν το συνολικό σύστημα λιγότερο σταθερό και τις μη συμβατικές νομισματικές πολιτικές λιγότερο αποτελεσματικές. Εάν προστεθεί σ’ αυτά και ο ανεπαρκής διεθνής συντονισμός των πολιτικών, υπάρχουν πραγματικά ερωτήματα για το κατά πόσο μία χαμηλή αλλά σταθερή ισορροπία της ανάπτυξης μπορεί να διατηρηθεί για πολλά χρόνια ακόμη.
 
Αντί να χαρακτηρίζονται αυτά τα σενάρια ως ανταγωνιστικά μεταξύ τους αφηγήματα, ίσως φανεί πιο κατάλληλο και διορατικό να συνδυαστούν και τα τρία σε έναν οδικό χάρτη για το μέλλον της παγκόσμιας οικονομίας και των αγορών.
 
Ελλείψει κάποιου μεγάλου πολιτικού λάθους ή/και κάποιου μεγάλου ατυχήματος στις αγορές, το άμεσο μέλλον υπόσχεται μία από τα ίδια: χαμηλή και σχετικά σταθερή διεθνή ανάπτυξη με τις κεντρικές τράπεζες να εξακολουθούν να ασχολούνται με την προσπάθεια να καταστείλουν τη χρηματοπιστωτική μεταβλητότητα. Αλλά με τις αγορές να αισθάνονται ολοένα και περισσότερο την έκταση των εντάσεων και των αντιφάσεων που υποβόσκουν, η χρηματοπιστωτική αστάθεια κατά πάσα πιθανότητα θα αυξηθεί, γεγονός που θα περιέπλεκε την κατάσταση ακόμη και στις πιο διαχειρίσιμες οικονομίες. Αυτές οι συνθήκες, χαμηλής αλλά σταθερής ανάπτυξης και χρηματοπιστωτικής νηνεμίας θα αποδειχθεί πιο δύσκολο να διατηρηθούν και παράλληλα οι αγορές θα διακυμανθούν με μεγαλύτερο εύρος, με πιο συχνές και πιο βίαιες ταλαντώσεις.
 
Σε αυτό το περιβάλλον, οι πολιτικές καταστολής της μεταβλητότητας των κεντρικών τραπεζών θα βρίσκονταν αντιμέτωπες με μια αυξανόμενη πίεση και κάποιες θα ήταν μάλιστα αναποτελεσματικές -ή και αντιπαραγωγικές.  Όλα τα παραπάνω θα οδηγούσαν μες τα επόμενα τρία χρόνια την παγκόσμια οικονομία σε ένα σταυροδρόμι, όπου το παρόν μονοπάτι της χαμηλής και σταθερής ανάπτυξης, μαζί με μειωμένη χρηματοπιστωτική μεταβλητότητα, θα έφτανε σε αδιέξοδο, αφήνοντας μόνο μία επιλογή δύο αντίθετων δρόμων. Το ποιος δρόμος θα ακολουθηθεί – αυτός με την υψηλότερη και πιο ολοκληρωμένη ανάπτυξη και χρηματοπιστωτική σταθερότητα ή αυτός της ύφεσης και της χρηματοπιστωτικής αστάθειας – θα εξαρτηθεί από το εάν θα επιτρέψουν οι πολιτικοί να γίνει μια πετυχημένη μετάβαση από την υπερ-ανάθεση στις κεντρικές τράπεζες σε μια πιο ολοκληρωμένη αντίληψη της οικονομικής πολιτικής.

πηγή : capital.gr

ΔΗΜΟΦΙΛΗ

Spyrides ad-blue containers

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

error: Content is protected !!